Ενορία Ιερού Ναού Αγίας Μαρίνας Άνω Ιλισίων

Ευαγγελική περικοπή για την Εορτή της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού, 14/09/2024

Ιωάν. ιθ΄ 6-11, 13-20, 25-28,

Η Σταύρωση του Κυρίου και ο θάνατός Του επάνω στο Σταυρό

6 Ὅτε οὖν εἶδον αὐτὸν οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ ὑπηρέται, ἐκραύγασαν λέγοντες· Σταύρωσον σταύρωσον αὐτὸν. λέγει αὐτοῖς ὁ Πιλᾶτος· Λάβετε αὐτὸν ὑμεῖς καὶ σταυρώσατε· ἐγὼ γὰρ οὐχ εὑρίσκω ἐν αὐτῷ αἰτίαν. 7 ἀπεκρίθησαν αὐτῷ οἱ Ἰουδαῖοι· Ἡμεῖς νόμον ἔχομεν, καὶ κατὰ τὸν νόμον ὀφείλει ἀποθανεῖν, ὅτι ἑαυτὸν Θεοῦ υἱὸν ἐποίησεν. 8 Ὅτε οὖν ἤκουσεν ὁ Πιλᾶτος τοῦτον τὸν λόγον, μᾶλλον ἐφοβήθη, 9 καὶ εἰσῆλθεν εἰς τὸ πραιτώριον πάλιν καὶ λέγει τῷ Ἰησοῦ· Πόθεν εἶ σύ; ὁ δὲ Ἰησοῦς ἀπόκρισιν οὐκ ἔδωκεν αὐτῷ. 10 λέγει οὖν αὐτῷ ὁ Πιλᾶτος· Ἐμοὶ οὐ λαλεῖς; οὐκ οἶδας ὅτι ἐξουσίαν ἔχω σταυρῶσαί σε καὶ ἐξουσίαν ἔχω ἀπολῦσαί σε; 11 ἀπεκρίθη Ἰησοῦς· Οὐκ εἶχες ἐξουσίαν οὐδεμίαν κατ’ ἐμοῦ, εἰ μὴ ἦν δεδομένον σοι ἄνωθεν· διὰ τοῦτο ὁ παραδιδούς μέ σοι μείζονα ἁμαρτίαν ἔχει.

13 Ὁ οὖν Πιλᾶτος ἀκούσας τοῦτον τὸν λόγον ἤγαγεν ἔξω τὸν Ἰησοῦν, καὶ ἐκάθισεν ἐπὶ τοῦ βήματος εἰς τόπον λεγόμενον Λιθόστρωτον, Ἑβραϊστὶ δὲ Γαββαθᾶ· 14 ἦν δὲ παρασκευὴ τοῦ πάσχα, ὥρα δὲ ὡσεὶ ἕκτη· καὶ λέγει τοῖς Ἰουδαίοις· Ἴδε ὁ βασιλεὺς ὑμῶν. 15 οἱ δὲ ἐκραύγασαν· Ἆρον ἆρον, σταύρωσον αὐτόν. λέγει αὐτοῖς ὁ Πιλᾶτος· Τὸν βασιλέα ὑμῶν σταυρώσω; ἀπεκρίθησαν οἱ ἀρχιερεῖς· Οὐκ ἔχομεν βασιλέα εἰ μὴ Καίσαρα. 16 τότε οὖν παρέδωκεν αὐτὸν αὐτοῖς ἵνα σταυρωθῇ. 17 Παρέλαβον δὲ τὸν Ἰησοῦν καὶ ἤγαγον· καὶ βαστάζων τὸν σταυρὸν αὑτοῦ ἐξῆλθεν εἰς τὸν λεγόμενον κρανίου τόπον, ὃς λέγεται Ἑβραϊστὶ Γολγοθᾶ, 18 ὅπου αὐτὸν ἐσταύρωσαν, καὶ μετ’ αὐτοῦ ἄλλους δύο ἐντεῦθεν καὶ ἐντεῦθεν, μέσον δὲ τὸν Ἰησοῦν. 19 ἔγραψε δὲ καὶ τίτλον ὁ Πιλᾶτος καὶ ἔθηκεν ἐπὶ τοῦ σταυροῦ· ἦν δὲ γεγραμμένον· Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος ὁ βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων. 20 τοῦτον οὖν τὸν τίτλον πολλοὶ ἀνέγνωσαν τῶν Ἰουδαίων, ὅτι ἐγγὺς ἦν τῆς πόλεως ὁ τόπος ὅπου ἐσταυρώθη ὁ Ἰησοῦς· καὶ ἦν γεγραμμένον Ἑβραϊστί, Ἑλληνιστί, Ρωμαϊστί.

25 Οἱ μὲν οὖν στρατιῶται ταῦτα ἐποίησαν. εἱστήκεισαν δὲ παρὰ τῷ σταυρῷ τοῦ Ἰησοῦ ἡ μήτηρ αὐτοῦ καὶ ἡ ἀδελφὴ τῆς μητρὸς αὐτοῦ, Μαρία ἡ τοῦ Κλωπᾶ καὶ Μαρία ἡ Μαγδαληνή. 26 Ἰησοῦς οὖν ἰδὼν τὴν μητέρα καὶ τὸν μαθητὴν παρεστῶτα ὃν ἠγάπα, λέγει τῇ μητρί αὐτοῦ· Γύναι, ἴδε ὁ υἱός σου, 27 εἶτα λέγει τῷ μαθητῇ· Ἰδοὺ ἡ μήτηρ σου. καὶ ἀπ’ ἐκείνης τῆς ὥρας ἔλαβεν ὁ μαθητὴς αὐτὴν εἰς τὰ ἴδια. 28 Μετὰ τοῦτο εἰδὼς ὁ Ἰησοῦς ὅτι πάντα ἤδη τετέλεσται, ἵνα τελειωθῇ ἡ γραφή, λέγει· Διψῶ.

30 Ὅτε οὖν ἔλαβε τὸ ὄξος ὁ Ἰησοῦς εἶπε· Τετέλεσται, καὶ κλίνας τὴν κεφαλὴν παρέδωκε τὸ πνεῦμα. 31 Οἱ οὖν Ἰουδαῖοι, ἵνα μὴ μείνῃ ἐπὶ τοῦ σταυροῦ τὰ σώματα ἐν τῷ σαββάτῳ, ἐπεὶ παρασκευὴ ἦν· ἦν γὰρ μεγάλη ἡ ἡμέρα ἐκείνου τοῦ σαββάτου· ἠρώτησαν τὸν Πιλᾶτον ἵνα κατεαγῶσιν αὐτῶν τὰ σκέλη, καὶ ἀρθῶσιν. 32 ἦλθον οὖν οἱ στρατιῶται, καὶ τοῦ μὲν πρώτου κατέαξαν τὰ σκέλη καὶ τοῦ ἄλλου τοῦ συσταυρωθέντος αὐτῷ· 33 ἐπὶ δὲ τὸν Ἰησοῦν ἐλθόντες ὡς εἶδον αὐτὸν ἤδη τεθνηκότα, οὐ κατέαξαν αὐτοῦ τὰ σκέλη, 34 ἀλλ’ εἷς τῶν στρατιωτῶν λόγχῃ αὐτοῦ τὴν πλευρὰν ἔνυξε, καὶ εὐθέως ἐξῆλθεν αἷμα καὶ ὕδωρ. 35 καὶ ὁ ἑωρακὼς μεμαρτύρηκε, καὶ ἀληθινὴ αὐτοῦ ἐστιν ἡ μαρτυρία, κἀκεῖνος οἶδεν ὅτι ἀληθῆ λέγει, ἵνα καὶ ὑμεῖς πιστεύσητε.

Απόδοση στη Νέα Ελληνική

6 Όταν Τον είδαν στην κατάσταση αυτή οι αρχιερείς και οι αστυνομικοί τους, άρχισαν να φωνάζουν:

- Στο σταυρό!  Στο σταυρό!

Τους λέγει ο Πιλάτος:

- Πάρτε Τον εσείς και σταυρώστε Τον μόνοι σας. Γιατί για μενα δεν είναι ένοχος σε τίποτε!

7 Του απάντησαν οι Ιουδαίοι:

- Εμείς έχομε Νόμο δικό μας. Και σύμφωνα με το Νόμο μας πρέπει να πεθάνει! Γιατί μας έκαμε τον εαυτό Του Υιό Θεού!

8 Όταν ο Πιλάτος άκουσε τα λόγια αυτά φοβήθηκε ακόμη περισσότερο! 9 Εμπήκε, λοιπόν, πάλι στο πραιτώριο και λέγει στον Ιησού:

- Από πού είσαι συ;

Αλλά ο Ιησούς δεν του έδωκε απάντηση!  10 Του λέγει τότε ο Πιλάτος:

- Σε μένα δε μιλάς; Δεν το ξέρεις ότι έχω εξουσία, αν θέλω, να σε σταυρώσω· και, αν θέλω, να σε απολύσω;

11 Του αποκρίθηκε ο Ιησούς:

- Δεν θα είχες καμμία εξουσία επάνω μου, αν δε σου είχε δοθεί Άνωθεν· και γι΄ αυτό εκείνος που με παρέδωκε σε σένα, έχει μεγαλύτερη αμαρτία από σένα.

13 Μόλις ο Πιλάτος άκουσε τα λόγια αυτά, έβγαλε τον Ιησού έξω· και εκάθισε στην επίσημη έδρα του στο μέρος που λέγεται Λιθόστρωτο (στα εβραϊκά Γαββαθά). 14 Ήταν τότε η παρασκευή (=παραμονή) του Πάσχα, και η ώρα περίπου έξι* (=12 το μεσημέρι). Και λέγει στους Ιουδαίους:

- Να, αυτός είναι ο βασιλιάς σας!

15 Τότε εκείνοι άρχισαν να φωνάζουν:

- Άρον, άρον, σταύρωσον Αυτόν! (δηλαδή Θάνατος! Θάνατος! Στο Σταυρό!)

Τους λέγει ο Πιλάτος:

- Μου ζητάτε να σταυρώσω το βασιλιά σας;

Του απάντησαν οι αρχιερείς:

- Δεν έχουμε άλλον κανένα βασιλιά, παρά μόνο τον Καίσαρα!

16 Μετά από τα λόγια τους αυτά ο Πιλάτος, τους Τον παρέδωκε να Τον σταυρώσουν.

17 Και εκείνοι Τον παρέλαβαν. Και Τον επήγαν να Τον σταυρώσουν.

Και βγήκε από εκεί βαστάζοντας το σταυρό Του. Και έφθασαν στο μέρος που το λένε "Κρανίου Τόπος" (στα εβραϊκά Γολγοθάς). 18 Και εκεί Τον εσταύρωσαν. Και μαζί με Αυτόν άλλους δύο, τον ένα από το ένα μέρος και τον άλλον από το άλλο· και τον Ιησού στη μέση. 19 Έγραψε μάλιστα ο Πιλάτος και μια επιγραφή· και την έβαλε επάνω στον σταυρό· σ΄ αυτήν ήσαν γραμμένα τα λόγια: Ιησούς ο Ναζωραίος ο βασιλεύς των Ιουδαίων. 20 Την επιγραφή αυτή την εδιάβασαν πολλοί από τους Ιουδαίους· και γιατί ο τόπος στον οποίο σταυρώθηκε ο Ιησούς ήταν κοντά στην πόλη· αλλά και γιατί ήταν γραμμένη στα εβραϊκά, στα ελληνικά και στα ρωμαϊκά. 

25 Και οι μεν στρατιώτες αυτά έκαμαν! Μα η μητέρα Του και η αδελφή της μητέρας Του Μαρία του Κλωπά και η Μαρία η Μαγδαληνή, έστεκαν κοντά στο σταυρό του Ιησού. 26 Και κάποια στιγμή ο Ιησούς είδε τη μητέρα Του και το μαθητή Του, εκείνον που αγαπούσε, να στέκουν δίπλα Του· και είπε στη μητέρα Του:

- Καλή γυναίκα, να, αυτός είναι ο υιός σου.

27 Και μετά είπε στο μαθητή Του:

- Να, αυτή είναι η μητέρα σου.

Και από τη στιγμή εκείνη ο μαθητής την επήρε μαζί του, στο σπίτι του. 28 Μετά από αυτά, ξέροντας ο Ιησούς ότι όλα πιά έχουν γίνει όπως τα ήθελε, για να εκπληρωθεί σε τέλειο βαθμό η αγία Γραφή, είπε:

- Διψώ.

30 Και μόλις ο Ιησούς επήρε το ξίδι που του έδωσαν, είπε: 

- Τετέλεσται! ** 

Και αφού το είπε, έγειρε το κεφάλι Του και παρέδωκε το πνεύμα Του

31 Παράλληλα οι Ιουδαίοι, που δεν ήθελαν να μείνουν το Σάββατο τα σώματα στο σταυρό, -γιατί αυτή η ημέρα του Σαββάτου ήταν γι΄ αυτούς πολύ μεγάλη εορτή-, αφού τότε ήταν ακόμη Παρασκευή, επήγαν στον Πιλάτο και τον παρακάλεσαν να διατάξει να τσακίσουν τα σκέλη των σταυρωμένων*** και να τους πάρουν από εκεί. 32 Επήγαν, λοιπόν, οι στρατιώτες και του μεν πρώτου, που βρήκαν μπροστά τους, του τσάκισαν τα σκέλη· τό ίδιο έκαμαν και στον άλλο ληστή που είχε σταυρωθεί μαζί με Αυτόν. 33 Μα όταν επήγαν στον Ιησού, το είδαν ότι είχε κιόλας πεθάνει, και γι΄ αυτό τα σκέλη δεν Του τα τσάκισαν· 34 ένας όμως από τους στρατιώτες τρύπησε με τη λόγχη την πλευρά Του· και βγήκε αμέσως αίμα και νερό. 35 Αυτό σας το λέγει ένας, που το είδε με τα ίδια του τα μάτια· και γι΄ αυτό η μαρτυρία του είναι αληθινή· ο ίδιος το ξέρει, ότι αυτά που λέγει είναι αληθινά· και τα λέγει για να σας βοηθήσει να οδηγηθείτε και σείς στην πίστη.

 

* Την έκτη ώρα (δηλ. στις 12 το μεσημέρι) είχε απατήσει ο Όφις την προμήτορα Εύα. Αυτή την ώρα είχε γίνει η πρώτη αμαρτία.

** Δηλαδή "όλα έγιναν όπως έπρεπε, το έργο της απολυτρώσεως είχε ολοκληρωθεί.

*** Μετά από αυτήν την ενέργεια, οι σταυρωμένοι πέθαιναν σε λίγα λεπτά.